Οι νεαρές ταλαντούχες Ελληνίδες πιανίστριες, Εβελίνα και Αγγελίνα Τσιαντζή Μαντέ,…
Αποκλειστικό: Επιτομή του Made in Greece οι φορεσιές του Αριστείδη Τζονευράκη – Από τη φουστανέλα στον Christian Dior, στην Αγγελοπούλου και στον Zeus+Dione
Συνέντευξη στην Ειρήνη Νικολοπούλου και στον Γιάννη Κωστούδη
Ο Αριστείδης Τζονευράκης αποτελεί μία μοναδική περίπτωση σχεδιαστή. Οι δημιουργίες του έρχονται μέσα από την παράδοση της Ελλάδας, αλλά προορίζονται για να φορεθούν στην καθημερινή ζωή. Δίνει δηλαδή στα παραδοσιακά ρούχα ζωή ξανά, μετατρέποντάς τα σε μοναδικά χειροποίητα κομμάτια που θα φοριούνται όχι μόνο σε ειδικές περιστάσεις, αλλά αποτελούν μία νέα «τάση της μόδας».
Ο σχεδιαστής που προχώρησε πρόσφατα σε μία συνεργασία με την My Crown Collection δημιουργώντας ανδρικά μαγιό με printing εμπνευσμένα από μοτίβα που έρχονται από την Κρητική κουλτούρα, μας μιλά μεταξύ άλλων για την προσωπική του πορεία, την πρώτη του επαφή με τις παραδοσιακές φορεσιές, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, αλλά και τις μεγάλες συνεργασίες με Zeus+Dion και Dior.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Τα κύρια σημεία:
• Δεν είχα καμία σχέση με την ελληνική παράδοση. Ιδιαίτερα στην παιδική ηλικία, στο νηπιαγωγείο ας πούμε που έχω μια φωτογραφία ντυμένος τσολιαδάκι, τα έβλεπα και μου σηκωνόταν η τρίχα.
• Άκουγα παραδοσιακή μουσική και δεν μου μίλαγε καθόλου. Όταν μου εξήγησαν, ο δάσκαλός μου, που ήταν και χορευτής, μου εξήγησε κάποια πράγματα, μαγεύτηκα. Άκουσα τη μουσική με άλλη άποψη. Με άλλη οπτική. Τη συνδύασα και με τη φορεσιά κιόλας.
• Η κάθε φορεσιά έχει τη δυσκολία της. Υπάρχουν απλές φορεσιές που είναι απλές φορεσιές, αλλά εμείς κάνουμε ακριβή αντίγραφα, για παράδειγμα μου αρέσει πολύ η πρώτη φορεσιά που έφτιαξα, ήταν από την επισκοπή Ημαθίας, επάνω στη Νάουσα.
• Ναι, η οικονομική κρίση ήταν ένα δυνατό ταρακούνημα. Εντωμεταξύ έχασα το δάσκαλό μου, έφυγε από τη ζωή και αυτό ήταν πολύ μεγάλο χαστούκι.
• Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου ξεκινάει αυτό που είχα πάντα ως όραμα, ως όνειρο. Ήρθε από εδώ η Zeus+Dione.
• Είμαι πολύ χαρούμενος γιατί αυτό το βλέπω σιγά-σιγά να υλοποιείται, λιθαράκι-λιθαράκι. Φέτος ξεκίνησε και μία καινούρια συνεργασία με το brand Luisa World. Και αυτό με χαροποίησε γιατί εκεί πέρα βγαίνουμε πια σαν αυτόνομο brand, σαν αριστοτέχνημα.
• Κάτι τέτοιο θέλω να μπορέσω να έχω κάποια στιγμή, ένα showroom δικό μου, να μπορέσω να βγάζουμε collection μικρές, με δικές μας δημιουργίες και δικό μας σχεδιασμό, δικό μας μάρκετινγκ, να βγούμε αυτόνομοι. Και παράλληλα να μπορέσουμε να φτιάξουμε μία σχολή που να μπορέσει να παραδώσει αυτή την τεχνική.
Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με παραδοσιακές φορεσιές; Τι σας έκανε να διαλέξετε τα συγκεκριμένα ενδύματα;
Ήταν εντελώς τυχαίο. Δεν το είχα σκοπό να εργαστώ σε αυτόν τον χώρο, αλλά πάντα μέσα μου είχα το μικρόβιο της δημιουργίας. Κάποια στιγμή περιμένοντας να πάω φαντάρος, δούλευα σε ένα καφέ που ήταν δίπλα στη δανειστική ιματιοθήκη του Πελοποννησιακού Λαογραφικού Ιδρύματος (Ίδρυμα Βασίλη Παπαντωνίου).Εκεί δούλευε ένας τύπος ,ο Κώστας Γκίκας, που κάποια στιγμή παρήγγειλε καφέ και του τον πήγα, μου άρεσε αυτό που είδα, μου μπήκε το μικρόβιο. Σημειωτέον, εγώ ήμουν στο ΤΕΙ Ενεργειακής Τεχνολογίας, δεν είχα καμία σχέση με την παράδοση, με πληροφορική ασχολούμουν, αλλά πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου υπήρχε το δημιουργικό μικρόβιο.
Μόλις το είδα αυτό, μου άρεσε, μου έκανε κλικ αλλά δεν ξεκίνησε εκείνη τη στιγμή. Κατά την άδεια απολύσεως από τον στρατό συναντήθηκα ξανά με τον Κώστα Γκίκα, που ήταν ο υπεύθυνος της ιματιοθήκης, είχαμε χαθεί για 2 χρόνια, μου λέει τι γίνεται, του λέω πολύ ωραία, μου λέει μόλις βρεις χρόνο πέρνα από την ιματιοθήκη, υπάρχει μια θέση φροντιστή ιματιοθήκης, και έτσι θα μάθεις δίπλα μου και το συγκεκριμένο επάγγελμα, κι αν σου αρέσει μένεις.
Εντάξει, δεν ήθελα πολύ εγώ, πήγα από εκεί, είδα ότι υπήρχε ένα μεγάλο μέρος δημιουργίας εκεί πέρα, πολλά πράγματα να μάθω, μου κέντρισε το ενδιαφέρον, και κατευθείαν μου μπήκε το άλλο μικρόβιο που είναι το πότε θα μπορέσω να γίνω ο άνθρωπος που θα μπορέσει να κατασκευάσει αυτά τα πράγματα. Και πλέον ασχολήθηκα με τον χώρο της παραδοσιακής φορεσιάς, γνώρισα την κυρία Παπαντωνίου, πρόεδρο τότε του Ιδρύματος, και επειδή θα εντασσόμουν στην οικογένεια του ιδρύματος δεν ήθελε να είμαι τυχαίος, οπότε με παρότρυνε τα πρωινά να πηγαίνω στη βιβλιοθήκη του μουσείου του ιδρύματος να διαβάζω τη βιβλιογραφία που έχει για να μπορέσω και θεωρητικά να καταρτιστώ επάνω στα αντικείμενα.
Ήταν ένας απίστευτος χώρος, ναι μεν ήξερα από πριν για τσολιάδες και Αμαλίες που βλέπαμε σε επετειακές εκδηλώσεις αλλά δεν είχα ιδέα για τον πλούτο αυτό, ότι κάθε περιοχή έχει τη φορεσιά της, τη δική της ιστορία, έχει και ένα λόγο που υπάρχει αυτή η φορεσιά σε κάθε περιοχή. Το επόμενο πράγμα που κατάλαβα ήταν ότι υπάρχει πολύ μεγάλο περιθώριο έμπνευσης σε αυτό τον χώρο για να κάνεις μοντέρνο ρούχο. Εντωμεταξύ, ο δάσκαλος μου ήταν άνθρωπος που εμπνεότανε, ήταν καλλιτεχνική φύση που του άρεσε αυτά τα πράγματα να τα πάρει και να τα κάνει κάτι άλλο.
Και δεν ξέρω πώς έγινε. Ίσως αυτή η θέση να με περίμενε. Γιατί πριν από εμένα είχαν περάσει άλλα 4-5 άτομα, τους είχε προτείνει αυτή τη συγκεκριμένη θέση, ήθελε βοηθό ο άνθρωπος γιατί δεν τα κατάφερνε. Αυτοί δεν στέριωσαν, δεν τους μίλησε το αντικείμενο, ίσως με περίμενε αυτή η θέση, ίσως με επέλεξε και την επέλεξα, κάπως έτσι.
Ποια είναι η σχέση σας με την ελληνική παράδοση; Ξεκινά από τα παιδικά σας χρόνια;
Δεν είχα καμία σχέση με την ελληνική παράδοση. Ιδιαίτερα στην παιδική ηλικία, στο νηπιαγωγείο ας πούμε που έχω μια φωτογραφία ντυμένος τσολιαδάκι, τα έβλεπα και μου σηκωνόταν η τρίχα. Είχα τραυματική εμπειρία δηλαδή. Δεν είχα καμία σχέση. Στην πορεία προέκυψε και σε μεγάλη ηλικία. Δηλαδή ήμουν φαντάρος εξ αναβολής στα 25-26, εκεί περίπου. Ας πούμε, η παραδοσιακή πελοποννησιακή ανδρική φορεσιά είναι η φουστανέλα, δεν είναι η φορεσιά όπως την ξέρουμε με φέσια και τέτοια πράγματα, έχει μαντήλι μαύρο στο κεφάλι και όταν την είδα εντυπωσιάστηκα, είπα τι είναι αυτό το πράγμα, πολύ πιο ωραίο αισθητικά, αλλά δεν μπόρεσα να καταλάβω τι είναι. Μόλις μπήκα στο χώρο και άρχισα να τεκμηριώνω τη γνώση, κατάλαβα ότι το μαντήλι ήταν το βασικό κεφαλοκάλυμμα, το φέσι ήταν ξενόφερτο, δεν ήταν δικό μας, μπήκε στην πορεία. Αυτά με εντυπωσίαζαν, στην πορεία άρχισα να καταλαβαίνω τι γίνεται. Που δεν το ήξερα πριν. Πριν, έλεγα τα βλάχικα ας πούμε. Άκουγα παραδοσιακή μουσική και δεν μου μίλαγε καθόλου. Όταν μου εξήγησαν, ο δάσκαλός μου, που ήταν και χορευτής, μου εξήγησε κάποια πράγματα, μαγεύτηκα. Άκουσα τη μουσική με άλλη άποψη. Με άλλη οπτική. Τη συνδύασα και με τη φορεσιά κιόλας. Βλέπουμε στην Ήπειρο βαριές φορεσιές οι οποίες συνδέονται με τους σιγανούς και στακάτους χορούς τους, δηλαδή και η φορεσιά κατά κάποιο τρόπο βοηθάει στο να εκφράσει, να εκφραστείς μέσα από τον χορό, ανάλογα με την περιοχή. Πας στα νησιώτικα, αέρινες φορεσιές, αέρινοι χοροί, μπάλοι κτλ.
Ποιες από τις δημιουργίες σας είναι οι αγαπημένες σας φορεσιές; Υπάρχουν κάποιες που είναι πιο δύσκολες;
Η κάθε φορεσιά έχει τη δυσκολία της. Υπάρχουν απλές φορεσιές που είναι απλές φορεσιές, αλλά εμείς κάνουμε ακριβή αντίγραφα, για παράδειγμα μου αρέσει πολύ η πρώτη φορεσιά που έφτιαξα, ήταν από την επισκοπή Ημαθίας, επάνω στη Νάουσα. Γυναικεία φορεσιά η οποία είναι εκπληκτική φορεσιά, με πολύ ωραία σχέδια εμπνευσμένα από το Βυζάντιο, με πολλές τεχνικές δυσκολίες, δηλαδή βλέπαμε παλιά κομμάτια που είχαν κάποιες λεπτομέρειες, τις οποίες βέβαια αν δεν έχεις και την πετριά να θες να τις αποτυπώσεις, μπορείς να τις παραλείψεις. Γιατί αν φτιάχνεις φορεσιές για χορευτικά συγκροτήματα πάνω στη σκηνή αυτά δεν φαίνονται, από μακριά δεν τα καταλαβαίνει ο άλλος.
Εγώ είχα αυτή την πετριά, ότι θέλω να κάνω φορεσιά, όχι στολή, και κόλλησα με αυτά τα πράγματα και λέω θέλω να γίνει μία φορεσιά με τη λογική που τη φορούσαν τότε, να πάνε στο χοροστάσι για να πάνε να ελκύσουν τον πιθανό γαμπρό, να εντυπωσιάσουν, τέτοια πράγματα, αυτό το ρόλο έπαιζε και η φορεσιά. Έτσι ήθελα να την αποτυπώσω εγώ χωρίς να περιμένω ότι θα γίνει το πανηγύρι του χωριού για να γίνει το ζευγάρωμα, έτσι; Ήθελα όμως να είναι ένα ρούχο που να φοριέται να μην είναι μια καρικατούρα και η αλήθεια είναι ότι όταν πρωτοξεκίνησα το 2002, αυτός ο χώρος ήταν σε μία πτωτική τάση.
Τα περισσότερα βεστιάρια έκαναν αντίγραφα από αντίγραφα με σκοπό μόνο την ενοικίαση για χορευτικές εκδηλώσεις. Και αυτό ήταν που με χάλασε λίγο γιατί, όταν σπαταλήσεις χρόνο για μια φορεσιά που θέλει αρκετό χρόνο, η χρήση της να προορίζεται μόνο για ένα χορευτικό συγκρότημα; Αυτό με στεναχωρούσε. Τόση δουλειά για μία παράσταση; Πρέπει να χρησιμοποιηθεί αυτό, πρέπει να μπει στην καθημερινότητα, να γίνει κάτι άλλο. Χωρίς να μπορώ από την πρώτη στιγμή, βέβαια, να τα καταφέρω. Επικεντρώθηκα στις τεχνικές λεπτομέρειες, και στο να μάθω καλά αυτό που κάνω ώστε να μπορέσω να το διαχειριστώ και διαφορετικά. Τώρα σε άλλες φορεσιές που μου αρέσουν : αυτή που έχω ειδικευτεί περισσότερο είναι η φορεσιά με φουστανέλα με όλα της τα αξεσουάρ.
Γιατί αν πεις ότι κάνεις μια επίσημη ανδρική φορεσιά με φουστανέλα, δεν είναι η κλασική φορεσιά που ξέρουμε με το γιλέκο και τη φουστανέλα, το κεφαλοκάλυμμα είτε φέσι είτε μαντήλι και τα τσαρούχια από κάτω. Έχει πολλά αξεσουάρ. Ας πούμε τα γιλέκα είναι τρία. Είναι το εσωτερικό, είναι η φέρμελη και το φερμελογέλεκο και αν πεις και κάνεις και ντουλαμά, είναι και ο ντουλαμάς από κάτω. Έχει τρομερό ενδιαφέρον η φορεσιά. Ο διάκοσμος είναι πλούσιος. Χρειάζονται αρκετές εργατοώρες για να καταφέρεις να το γεμίσεις αυτό το πράγμα και σε αυτό το σημείο καινοτομήσαμε με τον δάσκαλό μου, ο δάσκαλός μου είχε ξεκινήσει μία τεχνική που ερχόταν από παλιά, που ως στερεωτικό μέσο χρησιμοποιούσες μία ποδοκίνητη γαζωτική μηχανή και κατεύθυνες με το χέρι σου το ύφασμα. Βελτίωσα εγώ αυτή την τεχνική με αποτέλεσμα να επιτυγχάνεις κεντήματα με λεπτομέρεια και με καλή αποτύπωση χωρίς αλλοίωση του πρωτότυπου σχεδίου. Γιατί αυτό που παρατηρούσα είναι ότι απλοποιούσαν πολύ τα κεντήματα για να ελαχιστοποιήσουν τους χρόνους για να βγάλουν μία φορεσιά, ας την πούμε φορεσιά τέλος πάντων. Εμείς καταφέραμε να φτάσουμε σε πιο λεπτομερή κεντήματα, πιο λεπτομερή αποτύπωση, πιο πλούσια, πιο μεγάλα σχέδια, και να ελαχιστοποιήσουμε τον χρόνο. Ας πούμε δηλαδή ότι έκανες βελόνα – κλωστή στο χέρι, ο χρόνος δεν μετριέται, ενώ με τη δική μας τεχνική το κάνουμε σε πολύ πιο σύντομο διάστημα.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες επιτυχίες σας μέχρι σήμερα και ποιες οι μεγαλύτερες δυσκολίες που αντιμετωπίσατε; Τι ρόλο έπαιξε η οικονομική κρίση;
Ναι, η οικονομική κρίση ήταν ένα δυνατό ταρακούνημα. Εντωμεταξύ έχασα το δάσκαλό μου, έφυγε από τη ζωή και αυτό ήταν πολύ μεγάλο χαστούκι. Ο δάσκαλος μου πέθανε το 2012. Το 2009 ξεκινάνε να έρχονται οι πληροφορίες για την κρίση. Το 2010-2011, τη βιώσαμε δυνατά, σπάγανε τηλέφωνα, είχαμε απελπιστεί δηλαδή και το 2012 είχα πει ότι είναι η τελευταία χρονιά, ότι θα το παλέψω, όχι συγγνώμη, το 2013, και αν δεν καταφέρω να πάρει τα επάνω του, θα σταματήσω. Δεν είχε νόημα. Συσσώρευε χρέη. Δεν είχε νόημα να το συνεχίσω. Χωρίς να ξέρω τι θα κάνω μετά.
Βέβαια, περπατούσα μέσα στο εργαστήριο και έλεγα ότι δεν είναι δυνατόν μια τόσο μεγάλη κατάκτηση να πάει χαμένη. Έλεγα θα το κλείσω. Έπειτα, έλεγα θα το παλέψω αυτό το καλοκαίρι και θα δούμε. Είχα πάρει και την κυρία Παπαντωνίου τηλέφωνο, της το είχα πει, γιατί μας είχε παραχωρήσει κάποια ρούχα από τη δανειστική ιματιοθήκη της χορευτικής ομάδας, ότι αν δεν τα κατάφερνα θα τα επιστρέψω.
Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου ξεκινάει αυτό που είχα πάντα ως όραμα, ως όνειρο. Ήρθε από εδώ η Zeus+Dione, χωρίς να ξέρω ότι είναι η Zeus+Dione, ήταν στο πλαίσιο του ταξιδιού που έκαναν σε όλη την Ελλάδα, για να ανακαλύψουν κι αυτοί το αντικείμενο, αυτό που ήθελαν να κάνουν. Είχαν κατέβει κάτω στο μουσείο, στο λαογραφικό, είδαν την ιματιοθήκη και ρώτησαν αν υπάρχει κάποιος που κάνει τέτοια πράγματα. Ο δικός μας λένε, ο Τζονευράκης στο Άργος.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Και ήρθαν από εδώ. Και κατευθείαν κατάλαβα. Ήταν η ίδια η τότε σχεδιάστρια, μαζί με τα κορίτσια της Zeus+Dione, και κατάλαβα από τη πρώτη στιγμή, από το βλέμμα, ότι κάτι θα κάνουμε. Κάτι είδανε, κάτι τους άρεσε. Και αρχίζει να γυρίζει το πράγμα. Βρήκαμε χώρο στο σύγχρονο ρούχο, αυτό που θέλαμε να κάνουμε.
Τα εφαρμόσαμε αυτά στην καθημερινότητα. Εντωμεταξύ αυτό που έγινε με την Zeus+Dione ήταν το εξής: μέχρι τότε, ας πούμε και έξω από την Ελλάδα δεν γνώριζαν αυτήν την εποχή του ελληνικού ρούχου, και αν την είχαν δει ήταν πολύ λίγο, και είδαν ότι υπάρχει πέρα από την αρχαιοελληνική εποχή, και μια άλλη εποχή που έχει να δείξει άλλα πράγματα πάνω στις φορεσιές με κεντήματα, με άλλα κοψίματα, τέτοια πράγματα. Έτσι, άρχισε ένα άλλο πολύ ενδιαφέρον ταξίδι που έφερε άλλα πράγματα στην πορεία. Και αναπτερώθηκε το ηθικό μας, βρήκαμε αντικείμενο καινούριο χωρίς να παρατήσουμε βέβαια αυτό που μας ανέδειξε, το παραδοσιακό δηλαδή. Και κάποια στιγμή, ήμασταν τυχεροί που ζήσαμε και την περίοδο των 200 χρόνων, αυτό δηλαδή ήταν μεγάλη επιτυχία, και στα πλαίσιο αυτής της επετείου, ήρθε και η συνεργασία με τον Κριστιάν Ντιόρ, η κατασκευή του ενδύματος της κυρίας Αγγελοπούλου, τα οποία έφεραν μεγάλη δημοσιότητα, καταξίωση και καθιέρωση.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Μέσα στους χώρους των παραδοσιακών, λένε ότι αν θέλεις κάτι σωστό θα πας στον Τζονευράκη, διαφορετικά οτιδήποτε άλλο της σειράς μπορείς να το βρεις και αλλού. Αισθάνομαι πολύ τυχερός γιατί στα χρόνια που πέρασαν, πέραν της οικονομικής κρίσης και του Covid, είχαμε καταφέρει να ανοίξουμε τον χώρο, να κάνουμε συνεργασίες και να μη μηδενίσουμε. Ας πούμε στην περίοδο του Covid μηδενίσανε όλα αλλά δεν πεθάναμε, στο σύγχρονο ρούχο υπήρχε αντικείμενο, λίγο; λίγο, αλλά δεν πεθάναμε.
Στην εντατική, αλλά μας κράτησε. Το παραδοσιακό μηδένισε αυτά τα 2-3 χρόνια. Ούτε παρελάσεις ούτε χορευτικές εκδηλώσεις. Οι συλλέκτες όπως πάντα είναι οι πρώτοι που εξαφανίζονται σε αυτές τις περιπτώσεις γιατί δράττουν την ευκαιρία ότι αν μηδενίσει θα μπορέσουν να χτυπήσουν καλύτερες τιμές, γιατί έχεις ανάγκη για αντικείμενο. Εμάς όμως μας έσωσε η μόδα, το σύγχρονο. Και δεν πέσαμε σε αυτή την δύσκολη κατάσταση. Δύσκολη ναι, αλλά καταφέραμε να το διαχειριστούμε.
Εμείς δημιουργήσαμε το site ”MadeinGreece.news”. Πόσο ελληνικό είναι το δικό σας δημιούργημα;
Τα μάλλινα, οι τσόχες και αυτά τα πράγματα δεν παράγονται πια στην Ελλάδα. Είναι όλα εισαγωγής. Υπάρχουν δύο οικοτεχνίες που κατασκευάζουν τα σαγιάκια, τα βαριά μάλλινα που είναι για τα σιγκούνια. Είναι πολύ ακριβά, αλλά αξίζει, οι άνθρωποι κάνουν πολύ καλή δουλειά. Αυτό είναι το πρόβλημα στην Ελλάδα, είναι το κόστος παραγωγής. Δεν υπάρχουν περιθώρια να ανταγωνιστείς μαζικές παραγωγές, αλλά πιστεύω δεν το θες κιόλας γιατί όταν κάνεις κάτι ποιοτικό και ξεχωριστό, αξίζει τα λεφτά του. Και μπορεί να πιάσει και τιμή εμπορική βάση του αφηγήματος που έχει, ότι είναι μικρής παραγωγής, είναι χειροποίητο, είναι προσεγμένο.
Τώρα είναι πολύ πιο εύκολο να βρω κάποια υλικά από ότι το 2002 που το ξεκίνησα. Το 2002 επειδή λειτουργούσε η αγορά, ο χώρος των παραδοσιακών έφθινε όπως σας είπα. Δεν είχε ιδιαίτερη ζήτηση, δεν βρίσκαμε πολλά υλικά, στριφτά κορδόνια παιδεύτηκα πολύ να βρω. Ένα άλλο κορδόνι, που το λέμε γαϊτάνι, είχε παύσει. Οι εταιρείες που βγάζανε τα στριφτά κορδόνια επειδή ήταν μικρή η ζήτηση σε ό,τι είχε να κάνει με τα παραδοσιακά, ενώ είχε μεγάλη ζήτηση σε ό,τι είχε να κάνει με σύγχρονες κατασκευές, ασχολούνταν με τα σύγχρονα, ο άνθρωπος που μου κάνει τα κορδόνια τώρα, τότε έκανε μαλλιά για κούκλες, παιχνίδια. Με το ζόρι μου έβγαζε κάποια εταιρεία τότε κάποια υλικά που ήθελα.
Αργότερα βγήκανε πολλοί δάσκαλοι παραδοσιακού από τα ΤΕΦΑΑ, φτιάξανε πολλά χορευτικά σωματεία, ο κόσμος ξαναγύρισε στο παραδοσιακό, αυξήθηκε η ζήτηση για φορεσιές. Και έτσι βρήκανε λόγο οι άνθρωποι αυτοί να παράγουν αυτά τα υλικά. Τα πανιά και οι τσόχες εξακολουθούν να είναι εισαγωγής βέβαια. Υπάρχουν τα βαμβακερά, που είναι πιο ακριβά, πολύ πιο καλά, αλλά πρέπει να αναζητήσεις την πηγή για να μπορέσεις να πάρεις καλή τιμή, για να μπορείς να κάνεις ένα ανταγωνιστικό εμπορικό κομμάτι.
Πού ονειρεύεστε να φτάσετε στο μέλλον τις δημιουργίες σας;
Είμαι πολύ χαρούμενος γιατί αυτό το βλέπω σιγά-σιγά να υλοποιείται, λιθαράκι-λιθαράκι. Φέτος ξεκίνησε και μία καινούρια συνεργασία με το brand Luisa World. Και αυτό με χαροποίησε γιατί εκεί πέρα βγαίνουμε πια σαν αυτόνομο brand, σαν αριστοτέχνημα. Κάτι τέτοιο θέλω να μπορέσω να έχω κάποια στιγμή, ένα showroom δικό μου, να μπορέσω να βγάζουμε collection μικρές, με δικές μας δημιουργίες και δικό μας σχεδιασμό, δικό μας μάρκετινγκ, να βγούμε αυτόνομοι. Και παράλληλα να μπορέσουμε να φτιάξουμε μία σχολή που να μπορέσει να παραδώσει αυτή την τεχνική.
Να βγούνε καινούριοι τεχνίτες. Να τους ξυπνήσουμε την ευαισθησία ότι αυτό πρέπει να βγαίνει σωστά και όχι αρπαχτή. Αυτό το μικρόβιο που είχα κι εγώ δηλαδή. Γιατί η αρπαχτή κάποια στιγμή θα το εξευτελίσει και πάλι θα πέσει σε φθίνουσα πορεία αυτό το αντικείμενο. Μακάρι να τα καταφέρουμε. Θα το ήθελα πάρα πολύ. Είναι ακριβής ερμηνεία αυτό. Είναι made in Greece αυτό. Από έμπνευση και δημιουργία μέχρι κατασκευή. Να ξυπνήσουμε αυτόν τον παραγωγικό κλάδο. Να φύγουμε από το φασόν και να πάμε στο branding. Αυτό επιτάσσει η σύγχρονη εποχή. Η τάση της μόδας πλέον είναι το προϊόν να καταναλώνεται σε μέρος όσο το δυνατόν πιο κοντινό στο μέρος που παράγεται.
Η Κίνα ήταν ένας πολύ ελκυστικός χώρος, αλλά το περιβαλλοντικό αποτύπωμα ήταν μεγαλύτερο και το προϊόν πιο κοστοβόρο από αυτό που κέρδιζαν από την οικονομικότερη παραγωγή. Οπότε καταλάβαμε ότι το προϊόν πρέπει να καταναλώνεται πιο κοντά στον τόπο παραγωγής. Ελπίζω να πιάσουμε αυτόν τον παλμό, επίσης να καταλάβουμε ότι πρέπει να είναι κάτι πιο ιδιαίτερο αυτό που φτιάχνουμε και να στήσουμε έτσι πάλι μια παραγωγική διαδικασία στην Ελλάδα. Είμαι πολύ χαρούμενος γιατί όταν ξεκίνησα εγώ στο Άργος έλεγαν τι κάνει αυτός. Παραδοσιακές φορεσιές; Τρελός είναι; Έχει ένα inspiration που πρέπει να χρησιμοποιηθεί στη σημερινή εποχή.
Είμαι πολύ χαρούμενος γιατί φτάνουμε στις μέρες μας και δύο νέα παιδιά, ένα αγόρι και ένα κορίτσι φτιάξανε τα δικά τους εργαστήρια. Το ένα εργαστήριο μεταποίησης και το άλλο εργαστήριο που φτιάχνει τα δικά της ρούχα. Το Άργος είχε βαφεία και μεταξωτά. Η Μαρία Κάλας είχε έρθει εδώ όταν δεν πέτυχε η βαφή στο ρούχο της για να της το φτιάξουν και πέτυχε. Το Άργος είχε πολλή δυνατή πρωτογενή αγορά. Όχι βαμβάκια αλλά άλλα. Είχε μεταξοσκώληκες. Έβγαζε μετάξι, μικρή παραγωγή.
Η σελίδα του Αριστοτεχνήματος στο facebook!