Όταν η Μαρία Αγγελικούση τέθηκε επικεφαλής στο ναυτιλιακό κολοσσό του…
Αποκλ. – Ο Νίκος Θωμάς στο eirinika: Ο «δάσκαλος» του Masterchef εκ βαθέων – Περνάει από το μυαλό μου ένα αστέρι Michelin – Καθιέρωσε το bistronomy & πατάει γερά
instagram/irenenikolopoulou
Δημοσιεύθηκε αρχικά στο eirinika.gr στις 27 Αυγούστου 2022.
O αγαπημένος δάσκαλος, Nίκος Θωμάς, ο κύριος καθηγητής όλων των νεαρών που συμμετέχουν και διαγωνίζονται στο MasterChef, μιλάει σήμερα στην Ειρήνη Νικολοπούλου για όλα.
Πως από ντράμερ και παρολίγον ροκ σταρ, έγινε μάγειρας, που σήμερα μάλιστα ονειρεύεται και ένα αστέρι Michelin.
Χαμογελαστός, επικοινωνιακός όσο πρέπει, προσγειωμένος – ταυτόχρονα ερωτευμένος πάντα με την Αλεξάνδρα – το αστέρι στη ζωή του ήρθε όταν γεννήθηκε η κόρη τους.
Με το Νίκο γνωριστήκαμε όταν ήρθε στα Καψαλιανά. Και όπως λέει, η αύρα του μέρους τον κατέκτησε.
Συνιδιοκτήτης με την σύζυγο του και chef patron του Simul, executive chef του Kapsaliana Village Hotel Elaia Restaurant στην Κρήτη.
Μέσα στο καλοκαίρι 2022 ταξίδεψε και ως τη Σίφνο για να βάλει την υπογραφή του στο εστιατόριο Bostani του ξενοδοχείου Verina.
Μaître της bistronomie, ενός είδους και μιας τεχνικής μαγειρικής που συνδυάζει την φινέτσα στις συνταγές και στην παρουσίαση των πιάτων, με μια σχετική απλότητα και νοστιμιά.
Απολαύστε ή όπως λένε όλοι οι σερβιτόροι πλέον στην Ελλάδα μεταφράζοντας το enjoy σε “καλή απόλαυση “, έτσι και εγώ σερβίρω αυτή την θαυμάσια συνέντευξη που πρώτη χάρηκα oταν την πήρα.
Τα σημαντικότερα αποσπάσματα από όσα είπαμε με τον Νίκο Θωμά.
Last but not least Summer Interview 11 years eirinika on air με τον chef Νίκο Θωμά
- Εμείς για ένα πιάτο που βγάζουμε μπορεί να χρειαζόμαστε έξι μήνες για να το πετύχουμε και να το δοκιμάσει ένα παιδάκι και να πει μπλιάχ
- Το όνειρό μου ήταν να γίνω μουσικός, να γίνω ντράμερ, να γίνω ροκ σταρ κάποια στιγμή
- Στη Ρόδο που δούλευα 17 ώρες για 7 μήνες και ήμουνα πολύ ευτυχισμένος, έγινε το κλίκ
- Με την Αλεξάνδρα πέρα από την αγάπη, το Simul μας έχει κάνει και πολύ καλούς συνεργάτες, συνεταίρους, είμαστε partners in life
- Η ενέργεια στα Καψαλιανά, η αύρα του, όλο αυτό το οποίο δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, με επηρέασε τόσο πολύ που με έχει κάνει κομμάτι δικό του
- Cretan Bistronomy: Συνδυάζω στα Καψαλιανά την κρητική κουζίνα, τα κρητικά προϊόντα, με φρέσκα υλικά από το μποστάνι του χωριού
- Τρελαίνομαι να μαγειρεύω θαλασσινά, όλων των ειδών
- Τα μπαρμπούνια με βλίτα και χωριάτικη με ξινομυζήθρα, αυτή η τριλογία είναι το αγαπημένο μου καλοκαιρινό φαγητό
- Οι σεφ είμαστε άνθρωποι αρκετά εγωκεντρικοί, θέλουμε την επιτυχία, τρεφόμαστε από αυτό
- Μasterchef: έχω πολύ καλή σχέση με τα παιδιά από το δεύτερο, είναι ο Χρήστος, είναι ο Τιμολέων, είναι ο Αργύρης είναι ο Σάββας- Ο Μανώλης έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου
- Δεν ντρέπομαι να το πω, ναι εννοείται πως περνάει από το μυαλό μου ενα αστέρι Michelin
- Ο Χάσικος είναι έρωτας. Είναι ένας άνθρωπος που κάνει στο Ρέθυμνο εξαιρετική δουλειά, πραγματική ντόπια κουζίνα Κρητική
- Η μεγαλύτερη επένδυση για ένα μάγειρα, το λέω συνεχώς, είναι τα βιβλία που θα αγοράζει και τα ταξίδια που θα κάνει
Summer interviews στο eirinika -Eirinika – 11 Years on air
Όλη η συνέντευξη
Ο λόγος Νίκο που θέλω σήμερα να μιλήσουμε, είναι γιατί έχω αρχίσει και πιστεύω ότι ο δικός σας χώρος, που έχει εκτοξευτεί τα τελευταία χρόνια, είναι μία διαρκώς εξελισσόμενη σύγχρονη επιστήμη, γιατί εγώ το βλέπω και σαν επιστήμη αυτό που κάνετε.
Δεν ξέρω αν είναι επιστήμη, αλλά σίγουρα είναι μία τέχνη και η δυσκολία της είναι ότι πέρα ότι είναι μία τέχνη, είναι και ανάγκη βιωσιμότητας. Δηλαδή πρέπει να φας για να ζήσεις, αλλά ταυτόχρονα εμείς προσπαθούμε να το κάνουμε και τέχνη. Κρινόμαστε για τα πάντα, εμείς για ένα πιάτο που βγάζουμε μπορεί να χρειαζόμαστε έξι μήνες για να το πετύχουμε και να το δοκιμάσει ένα παιδάκι και να πει μπλιάχ. Γενικότερα είναι ένα κομφούζιο στα μυαλά των μαγείρων και των σεφ.
Γιατί χρειάζεται σωματική δύναμη στην δουλειά σας ;
Γιατί είναι πάρα πολλές ώρες. Υπάρχει πολύ ορθοστασία, το καλοκαίρι η θερμοκρασία μπορεί να φτάνει και 50 με 60 βαθμούς σε μία κουζίνα, υπάρχουν ατμοί, κάρβουνα μπορεί να δημιουργηθεί μία δύσπνοια, κουβαλάς μεγάλα βάρη. Πρέπει δηλαδή να έχεις μία καλή φυσική κατάσταση και ταυτόχρονα να είσαι πολύ φινετσάτος, να είσαι καλλιτεχνικός.
Ήταν το όνειρό σου αυτό;
Όχι, καμία σχέση, το όνειρό μου ήταν να γίνω μουσικός, να γίνω ντράμερ, να γίνω ροκ σταρ κάποια στιγμή, αυτό ήταν πάντα το όνειρό μου. Είχα μπάντες, έπαιζα στην Αθήνα, έπαιζα στο εξωτερικό, γεμίζαμε κλαμπάκια. Ήμασταν πολύ ωραία με τα παιδιά. Κάποια στιγμή όμως ήρθε η ανάγκη που έπρεπε να βγάλω κάποια χρήματα γιατί θεωρητικά ήμουνα στην Αθήνα για να σπουδάσω Διοίκηση μονάδων υγείας και πρόνοιας, βέβαια δεν πάτησα ποτέ στη σχολή, και κάπως έτσι μπήκα σε μία κουζίνα με έναν φίλο, μου είπε ότι υπάρχει μία θέση σε ένα εστιατόριο, του είπα ότι δεν ξέρω τίποτα και μου είπε θα φτιάχνεις σαλάτες και θα τις δίνεις. Και έτσι μπήκε το μικρόβιο, το 2006.
Βλέπω ότι είσαι ένας άνθρωπος που έχει το πάθος, το ζήλο, είσαι μέσα στον χώρο πάρα πολύ δυνατά. Πότε είπες ότι εγώ τελικά θέλω να ασχοληθώ με τη μαγειρική;
Το κλικ έγινε γύρω στο 2010 μετά από το στρατό, το καλοκαίρι του 2011 που πλέον ένιωσα ότι αυτό θέλω να κάνω, ότι αυτό με γεμίζει. Είχα μία σεζόν στη Ρόδο που δούλευα 17 ώρες για 7 μήνες και ήμουνα πολύ ευτυχισμένος, και εκεί κατάλαβα ότι για να είμαι ευτυχισμένος που δουλεύω τόσες πολλές ώρες, αυτό μου αρέσει να κάνω.
Και με τι ξεκίνησες; Ξεκίνησες με τα απλά, με τα παραδοσιακά;
Θεωρώ ότι ένας μάγειρας πρέπει να περάσει από όλα, όταν είμαστε μικροί γυρίζουμε από όλες τις κουζίνες ώστε να εισπράξουμε πράγματα και να τα αποδώσουμε έπειτα όταν βγούμε στην αγορά ως head chefs ή υπεύθυνοι κουζίνας σε κάποιο μενού. Άρα πέρασα και εγώ από αρκετές κουζίνες.
Ο έρωτας περνάει από το στομάχι, αλλά σε σένα ήταν και ο έρωτας που ενίσχυσε την επιθυμία σου να γίνεις σεφ. Ο άνθρωπος της ζωής σου είναι και αυτός στον ίδιο χώρο και νομίζω ότι αυτό σε έκανε να προχωράς με μεγαλύτερη ακόμα αυτοπεποίθηση, κάνω λάθος;
Όχι δεν κάνεις λάθος. Με την Αλεξάνδρα γνωριστήκαμε όταν ακόμα την είχα μαθήτρια, το 2013, σε ένα ξενοδοχείο. Εγώ ήμουνα σεφ και την είχα μαθήτρια, εκεί γνωριστήκαμε και από τότε είμαστε αχώριστοι. Όταν ανοίξαμε το εστιατόριο, όλοι μας έλεγαν να μην το κάνουμε, ότι δεν πρέπει να συνδυάζουμε δουλειά και σπίτι, και αυτός ήταν και ο φόβος μας, να μην επηρεαστούμε σαν ζευγάρι. Εγώ όμως θεωρώ ότι η σχέση μας έχει δομηθεί πάνω σε αυτές τις δυσκολίες που έχουμε περάσει, τις αντίξοες συνθήκες που υπήρχαν στην αρχή και μας έχει κάνει ακόμα πιο δεμένους γιατί πέρα από την αγάπη, μας έχει κάνει και πολύ καλούς συνεργάτες, συνεταίρους και είμαστε partners in life.
Οπότε το 2013 ανοίγει για σένα ένας δρόμος και βέβαια τότε η μαγειρική αρχίζει και εκτοξεύεται. Εδώ και μία δεκαετία θα λέγαμε ότι είναι της μόδας, είναι στην επικαιρότητα, ακούμε για τους chefs ότι είναι μεγάλοι stars, δηλαδή αντί για να γίνεις Rock Star έγινες Kitchen Star, ακούμε γενικότερα πάρα πολλά πράγματα.
Το ξέρετε καλύτερα από μένα ότι η δημοσιότητα στον κάθε άνθρωπο είτε είναι σεφ, είτε είναι τραγουδιστής, είτε δημοσιογράφος, μπορεί να του τα χτυπήσει λίγο διαφορετικά. Υπάρχει αυτή η μόδα. Σίγουρα βοηθήσανε οι τηλεοπτικές εκπομπές να γίνει αυτό πιο αποδεκτό στον κόσμο, πιο ευρέως γνωστό.
Είναι σαν να εκπαιδευτήκαμε όλοι.
Δεν θεωρώ ότι μία τηλεοπτική εκπομπή εκπαιδεύει τον τηλεθεατή. Σίγουρα όμως του βάζει το μικρόβιο στο να σκεφτεί και να ψαχτεί. Και σίγουρα έχει βοηθήσει πολύ τα εστιατόρια, ο κόσμος πλέον βγαίνει, θέλει να πάει για φαγητό, να δει καινούργια πιάτα, ασχολούνται πάρα πολύ.
Έχεις ξεχωρίσει εσύ κάποιον;
Εγώ έχω ξεχωρίσει τον Μανώλη εδώ και τρία χρόνια, ο νικητής του 3ου κύκλου, ο οποίος είναι ο σεφ στο εστιατόριο αυτή τη στιγμή, στο Simul. Με τον Μανώλη έχουμε δέσει πάρα πολύ, τον θεωρώ πλέον οικογένεια.
Σε είδα αρκετές φορές να έχεις καλή σχέση και με άλλα παιδιά όπως ήταν και η περσινή νικήτρια η Μαργαρίτα.
Εγώ έχω πολύ καλή σχέση με τα παιδιά από το δεύτερο, είναι ο Χρήστος , είναι ο Τιμολέων, είναι ο Αργύρης είναι ο Σάββας. Ήταν η πρώτη χρονιά τότε που έκανα εγώ και έχω κρατήσει ακόμα επαφές με αυτά τα παιδιά, τους οποίους θεωρώ και εξαιρετικούς μάγειρες. Ο Μανώλης σίγουρα έχει άλλη θέση στην καρδιά μου και στη ζωή μου και στην επαγγελματική μου πορεία, επίσης ο Δημήτρης Μπέλλος ήταν εξαιρετικός μάγειρας. Έχουν υπάρξει πολύ καλοί.
Ήρθε για να μείνει το slow food και το Farm to table;
Το slow food, άμα σκεφτείτε καλά, είναι μία τεχνική που παλιότερα οι γιαγιάδες μας βάζανε ένα φαγητό στο μάτι και χαμήλωναν τη φωτιά. Αυτό μετά εξελίχθηκε σε μία τεχνική η οποία έχει ουσία, δηλαδή λέμε ότι όταν στους 72 βαθμούς σπάνε τα κολλαγόνα του κρέατος και κάτω από τους 72 δεν σπάει το κολλαγόνο και έτσι μένει το κρέας μαλακό και τρυφερό υπάρχει μία τεχνική εξήγηση. Απλά κάποτε οι γιαγιάδες μας το κάνανε χωρίς να ξέρουν, απλά γιατί έβγαινε πιο νόστιμο το κρέας. Άρα αυτό ήρθε για να μείνει, γιατί μας βγάζει πολύ καλύτερο αποτέλεσμα. Το Farm to Table είναι πια μία ανάγκη, θεωρώ ότι δεν θα το ζήσουμε ούτε εμείς, ούτε τα παιδιά μας, αλλά σε 100 -200 χρόνια θα έχουμε πολύ μεγάλο θέμα τροφοσυλλογής και ύπαρξης υλικών προϊόντων, δεν ξέρω τι μπορεί να γίνει.
Εσύ σκέφτεσαι να έχεις το δικό σου το χώρο, το δικό σου το χωράφι, το δικό σου το περιβόλι, το δικό σου μποστάνι, για να μπορείς να προμηθεύεσαι τα υλικά σου;
Είναι κάτι που με απασχολεί αρκετά χρόνια ,το έχω κουβεντιάσει και με την Αλεξάνδρα, δεν είναι πολύ εύκολο όμως να γίνει στην Αθήνα, είναι αρκετά δύσκολο και έχει και μεγάλο κόστος να στήσεις ένα μποστάνι αρκετά μεγάλο για να καλύψεις ένα εστιατόριο το οποίο έχει δουλειά. Από κει και πέρα θεωρώ ότι όλοι πρέπει να πιεστούμε και να πάμε προς τα εκεί. Στα Καψαλιανά, είναι κάτι το οποίο το προσπαθούμε και έχει αποτέλεσμα.
Είμαστε σε ένα τελείως διαφορετικό χώρο, σε ένα χωριό της Κρήτης. Τι σε εμπνέει σε ένα χωριό σαν τα Καψαλιανά το οποίο είναι του 16ου αιώνα και το οποίο έχει ως επίκεντρο την φιλοσοφία και την καλλιέργεια της ελιάς;
Θυμάμαι ήτανε Φεβρουάριος όταν κατέβηκα στα Καψαλιανά για να μιλήσω με τον κύριο Τουπογιάννη για την συνεργασία μας. Η ενέργεια του μέρους, η αύρα του, όλο αυτό το οποίο δεν ξέρω πώς να το εξηγήσω, με επηρέασε τόσο πολύ που με έχει κάνει κομμάτι δικό του.
Στα Καψαλιανά βάζεις μία ετικέτα που λέγεται Bistronomy, είναι ένας γαλλικός όρος, αλλά πώς το συνδέεις με ένα χωριό της Κρήτης;
Το Bistronomy έχει βγει από τις δύο λέξεις του bistro και της γαστρονομίας. Αυτό είναι μία τάση της μαγειρικής μία μόδα που ξεκίνησε πριν 20 χρόνια στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, όπου κάποιοι σεφ οι οποίοι κουράστηκαν να βρίσκονται στο κυνήγι των αστεριών γιατί χάσανε το νόημα της μαγειρικής και του μέσα τους και έτσι θέλησαν να κάνουν κάποια μαγαζιά όπου θα μπορούσανε να δώσουνε αυτό που πραγματικά αγαπήσανε, απλά το παρουσιάζουν πάρα πολύ πιο προσιτά δηλαδή οι τεχνικές που δουλεύουν τα εστιατόρια αυτά είναι οι ίδιες ενός fine dining εστιατορίου, τα υλικά είναι τα ίδια, απλά δεν χρειάζεται να κουράζουν τον κόσμο και να τον κάνουν να φοβάται την τιμή ή την υπερβολή της γεύσης.
Εγώ ακολούθησα αυτή την τάση, την ακολουθώ έτσι κι αλλιώς αυτά τα χρόνια στο Simul, το προσαρμόσαμε στα Καψαλιανά με κρητική κουζίνα, κρητικά προϊόντα, κρητικά τυριά, με κρητικά λαχανικά. Το μποστάνι μας, παράγει αρκετά μεγάλο ποσοστό έτσι ώστε να μπορούμε να δουλεύουμε από αυτά, το ονοματίσαμε κιόλας Cretan Bistronomy.
Είπες Νίκο, ότι οι σεφ κουραζόντουσαν, είδαμε εξάντληση, είδαμε μέχρι και αυτοκτονίες, είναι τόσο σκληρό το κυνήγι των αστεριών που τους πήγε στο άλλο άκρο.
Πολλές φορές το κυνήγι ενός άπιαστου ονείρου, μπορεί να κάνει τον άνθρωπο να χάσει τον εαυτό του, να χάσει το μέσα του, να χάσει τους γύρω του.
Το συζητάτε εσείς οι σεφ μεταξύ σας ότι πρέπει να είστε πιο προσγειωμένοι;
Όλοι το συζητάμε, όλοι το λέμε σε συνεντεύξεις αυτό που πρέπει, αλλά για μένα ο πραγματικός εαυτός είναι αυτός που όταν ξαπλώνουμε και κλείνουμε τα μάτια μας, είναι οι σκέψεις που κάνουμε. Ότι και να πούμε τώρα, ότι και να πούμε αύριο, αυτό που σκεφτόμαστε είναι αυτό που θα μας τρώει πάντα μέσα μας και είναι δύσκολο να το αποβάλλει αυτό ο σεφ και ο μάγειρας από μέσα του. Είμαστε άνθρωποι αρκετά εγωκεντρικοί, θέλουμε την επιτυχία , τρεφόμαστε από αυτό.
Αυτή η επιτυχία όμως φαίνεται ότι συνδέθηκες και με έναν κώδικα, θα έλεγα, με έναν βασιλιά της κρητικής γαστρονομίας, τον οδηγό και αυτά τα αστέρια Michelin, τα οποία δεν τα αμφισβητεί κάνεις. Είναι αυτά που καθορίζουν το μέτρο και το ύψος της επιτυχίας ή είναι τελικά εκείνος που έρχεται να φάει;
Λένε ότι είναι τα Όσκαρ της γαστρονομίας. Σίγουρα υπάρχει κόσμος που τα αμφισβητεί, γιατί στα 1.000 εστιατόρια που θα βραβευτούν, στο μυαλό το δικό μου, μπορεί να μην αξίζουν όλα, άρα μπορεί να αμφισβητήσω κάτι. Σίγουρα καθορίζουν την επιτυχία, από κει και πέρα όμως θεωρώ ότι ένα γεμάτο εστιατόριο με ικανοποιημένο κόσμο είναι η πραγματική επιτυχία. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θέλω να κερδίσω κάποιο αστέρι, σίγουρα αυτά μας δίνουνε τροφή, αλλά από κει και πέρα πάνω από όλα είναι ικανοποίηση των πελατών.
Τα αστέρια Michelin είναι ο βασιλιάς της γαστρονομίας, είναι αυτά που τους κάνουνε διάσημους τους σεφ, είναι αυτά που όμως οδηγούν και πολλούς στην τρέλα, στο τέλος όμως της ημέρας, μας ενδιαφέρει αυτός που θα φάει, είτε έχει είτε δεν έχει αστέρι Michelin, είναι να μείνει ευχαριστημένος και να γεμίσει και το εστιατόριο για να μπορέσει να είναι βιώσιμο.
Το ιδανικό θα ήταν ο συνδυασμός των δύο. Από κει και πέρα σίγουρα ο οδηγός καθορίζει την επιτυχία, ο σεφ που θα το κερδίσει το κουβαλάει για πάντα μαζί του, θα είναι πάντα βραβευμένος, αλλά από κει και πέρα, θεωρώ, χωρίς να αμφισβητώ το υπόλοιπο κομμάτι, ότι ένα γεμάτο εστιατόριο με ικανοποιημένους πελάτες είναι αυτό που έχει το νόημα και την ουσία.
Σκέφτεσαι, ονειρεύεσαι ένα αστέρι Michelin; Θα το επιδίωκες;
Δεν ντρέπομαι να το πω, ναι εννοείται πως περνάει από το μυαλό μου. Όταν νιώσω έτοιμος θα κάνω και την αίτηση στον οδηγό, ακόμα δεν έχω κάνει αίτηση. Έχω αυτογνωσία, τα τελευταία χρόνια έχω μπλέξει λίγο με τα τηλεοπτικά, έχω αφήσει λίγο πίσω πρακτικά μαγειρικά, δεν κάνω προετοιμασία, δεν είμαι τόσο πολύ στο εστιατόριο και είναι κάτι που με στεναχωρεί. Θέλω να το αλλάξω γιατί κατά βάθος είμαι μάγειρας μέσα μου, ακόμα δεν το έχω απενοχοποιήσει από το μυαλό μου να λείπω και να το δουλεύουν το εστιατόριο άλλοι, ακόμα και αν εμπιστεύομαι την ομάδα μου. Όταν νιώσω αφοσιωμένος 100% ξανά, όπως ήμουνα το 2015 που ξεκινήσαμε, ναι θα το επιδιώξω.
Ποιο είναι το φαγητό και ποιο είναι το υλικό που σε συναρπάζει περισσότερο;
Τρελαίνομαι να μαγειρεύω θαλασσινά, όλων των ειδών, μου αρέσει πάρα πολύ και μου βγαίνουν και πολύ πιο εύκολα οι συνταγές με τα θαλασσινά. Από κει και πέρα άλλα υλικά που λατρεύω είναι τα τυριά, θεωρώ τρομερή τέχνη την τυροκομική. Γενικά περνάω διάφορες φάσεις στη ζωή μου με υλικά που δένομαι, που τα χρησιμοποιώ πολύ.
Εκτός από το Simul που είναι ένα fine dining και στα Καψαλιανά, το Ελαία restaurant που πάλι έχεις δημιουργήσει ένα fine dining εστιατόριο, θα ήθελες να κάνεις κάτι άλλο που να είναι τελείως διαφορετικό; Έχεις κάτι άλλο στο μυαλό σου ;
Έχουμε ναι και είστε η πρώτη που το λέω αυτή τη στιγμή, θέλουμε με την Αλεξάνδρα του χρόνου, το καλοκαίρι του 2023, να έχουμε φτιάξει ένα δικό μας εστιατόριο σε νησί, όπου εκεί θέλω αποκλειστικά να κάνω ψαροφαγία.
Έχεις βρει το νησί;
Κάποιες σκέψεις υπάρχουν. Ιδανικά είναι η Πάρος, είναι η Νάξος, είναι η Σίφνος, είναι νησιά στις Κυκλάδες που δεν θα γίνουν ποτέ Μύκονος και Σαντορίνη, όπου θα μπορώ να είμαι λίγο πιο αφοσιωμένος σε αυτό που θέλω να κάνω γιατί στην Μύκονο και στη Σαντορίνη πρέπει να ακολουθήσεις ένα συγκεκριμένο τρόπο μαγειρικής και εστίασης, εγώ θέλω να κάνω κάτι πιο ήρεμο.
Παγκόσμια αυτή τη στιγμή στη γαστρονομία υπάρχει κάποιος πού θεωρείς, θα λέγαμε, ότι είναι πατέρας, Γκουρού, αυτός που ακολουθείς, αυτός που θαυμάζεις; Και τι σου λείπει και θα ήθελες να πας να δεις;
Η μεγαλύτερη επένδυση για ένα μάγειρα, το λέω συνεχώς, είναι τα βιβλία που θα αγοράζει και τα ταξίδια που θα κάνει. Όσες ώρες και αν δουλεύει πρέπει να βγει από το χώρο της κουζίνας και να πάει να φάει από άλλους, αλλά να μην πάει με κριτική τάση να πάει δηλαδή να βρει το κακό, πρέπει να πάει και να αρχίσει να αντιλαμβάνεται τα πάντα γύρω του, είναι το πιο σημαντικό. Εμένα τα ταξίδια μου άνοιξαν το μυαλό.
Εκτός από αυτά σου αρέσει να πίνεις και ρακές με τον φίλο σου τον Χάσικο.
Ο Χάσικος είναι έρωτας, τον αγαπώ πάρα πολύ. Είναι ένας άνθρωπος που κάνει στο Ρέθυμνο εξαιρετική δουλειά, πραγματική ντόπια κουζίνα Κρητική, έχει άπειρες γνώσεις για τα υλικά του τόπου και τους προμηθευτές. Όποιος πάει προς τα εκεί θα τον επισκεφτεί, θα μεθύσει σίγουρα, για αυτό δεν πρέπει να οδηγεί.
Eχεις σκεφτεί ποτέ τον εαυτό σου σε 15 χρόνια; Τι θα ήθελες να κάνεις και πώς θα ήθελες να συνδυάσεις το πάθος σου για το επάγγελμα σου με τη ζωή σου και την οικογένειά σου;
Θέλω το Simul να μείνει, να καθιερωθεί, κοντεύει 7 χρόνια το καλοκαίρι, να γίνει ένα κλασικό μαγαζί της Αθήνας, θέλω το νησί, να ασχοληθώ μόνο με το ψάρι τους καλοκαιρινούς μήνες και αυτό μπορώ να το συνδυάσω με το βιοτικό μου επίπεδο, να φεύγω πρώτη Ιουνίου, να πηγαίνω με την κόρη μου και τη γυναίκα μου στο νησί και να ζω εκεί αν γίνεται. Και σίγουρα θα με ενδιέφερε και ένα πιο μικρό μαγαζί στο κέντρο της Αθήνας με Street food.
Το αγαπημένο σου φαγητό από το καλοκαίρι, ποιο είναι;
Τα μπαρμπούνια με βλίτα και χωριάτικη με ξινομυζήθρα, αυτή η τριλογία
Παραγωγή: Earthview
Ρούχα Ειρήνης Νικολοπούλου: @marinavparis
Γυαλιά:Jimmy Choo
*Ευχαριστούμε πολύ το ξενοδοχείο Athens Capital για την ευγενική διάθεση της σουίτας Μάνος Χατζιδάκις, για τα γυρίσματα των summer interviews του Eirinika