Εορταστική καλημέρα με ένα vintage αφιέρωμα στην υψηλή κοινωνία της…
Σοφία Βέμπο: Ζηλιάρα, τρελά ερωτευμένη δεν δίσταζε να ξυλοφορτώσει όποια τολμούσε να κοιτάξει τον Μίμη Τραϊφόρο – Η τελευταία της συνέντευξη (βίντεο)
Συνδέθηκε περισσότερο απ’ οποιαδήποτε άλλη καλλιτέχνιδα με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τραγουδούσαν τα τραγούδια της στην πρώτη γραμμή του μετώπου στα βουνά τη Ηπείρου, έπαιρναν θάρρος και εφορμούσαν.
Η Σοφία Βέμπο είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη νίκη στον Ελληνό-ιταλικό πόλεμο, για αυτό την αποκαλούνε και τραγουδίστρια της νίκης.
Σήμερα συμπληρώνονται 46 χρόνια από τον θάνατό της, ήταν μόλις 68 ετών το 1978 όταν πέθανε.
Κόρη καπνεργάτη γεννήθηκε στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης το 1910.
Η Σοφία Βέμπο ήταν η απόλυτη ντίβα της εποχής του μεσοπολέμου, αλλά και των χρόνων που ακολούθησαν την απελευθέρωση.
Γυναίκα με πάθη, τρελά ερωτευμένη με τον στιχουργό, Μίμη Τραϊφόρο (πέθανε το 1998) τον οποίο παντρεύτηκε είχνα μία θετή κόρη την Χάιδω Τραϊφόρου (πέθανε το 2020), ζήλευε παθολογικά τον σύζυγό της και δεν ήθελε να τον πλησιάζει καμία .
Τα όσα έγραψε η Σπεράντζα Βρανά στο στο βιβλίο της «Τολμώ» είναι χαρακτηριστικά της ζήλιας της Σοφίας Βέμπο:
«Ένα βράδυ θυμάμαι, την ώρα που φεύγαμε, δεν είχε κολληθεί ακόμα το όρντινο για την αυριανή πρόβα και περνώντας από το καμαρίνι του Τραϊφόρου ρώτησα «Κύριε Μίμη, τι ώρα έχω πρόβα αύριο;» και ακούω μια φωνή : «Άκου να σου πω, δεν έχεις καμιά δουλειά με τον κύριο Μίμη! Άλλη φορά να ρωτάς εμένα. Τ’άκουσες;» «Μα», τόλμησα να πω, «αφού ο κύριος Μίμης είναι καλλιτεχνικός διευθυντής» «Αυτό που σου λέω». «Μάλιστα», είπα. Κατάλαβα μόλις εκείνη τη στιγμή ότι ζήλευε τόσο πολύ τον Μίμη – και όμως, στην περίπτωση τη δική μου είχε τελείως άδικο. Πολύ άδικο, διότι εγώ ούτε κατά διάνοια δεν κοίταξα πονηρά τον Μίμη και εκείνος δεν μου είχε ριχτεί ποτέ.
Και η μπόρα ξέσπασε ένα βράδυ -και τι βράδυ!- που έφαγα το ξύλο της χρονιάς μου…. «Έλα εδώ Βρανά». Μου φάνηκε πως δεν άκουσα καλά. «Εμένα είπατε κυρία Βέμπο;», ρώτησα. «Ναι, εσένα. Δεν μου λες, πού νομίζεις ότι βρίσκεσαι, σε μπουλούκι και κάνεις ό,τι θες ;». Αυτή τη φορά, θύμωσα πολύ. «Όχι σε μπουλούκι κυρία Βέμπο, με πήρατε από το Ακροπόλ νομίζω». Και είχα σκοπό να συνεχίσω, αλλά δεν πρόλαβα διότι με άρπαξε απ’τα μαλλιά και άρχισε να με δέρνει με πολλή κακία. Τα έχασα, οι άλλοι είχαν κατέβει κάτω. Ο Μίμης προσπαθούσε να τη συγκρατήσει και όσο προσπαθούσε ο Μίμης, τόσο άφριζε αυτή. Εγώ έκλαιγα και προσπαθούσα να της ξεφύγω προς τις σκάλες. Μου είχε καταματώσει τα χέρια με τα νύχια της και το πρόσωπό μου ήταν στα μαύρα του τα χάλια. (….) Τι να σου πω, έγινε μεγάλη φασαρία. Είχα στενοχωρηθεί με αυτήν την κατάσταση, γιατί η Σοφία μου άρεσε πολύ σαν τραγουδίστρια, πάρα πολύ, και καθόμουν στις κουίντες όταν τραγουδούσε για να την ακούω. Και από εκείνο το βράδυ, πήγαινα και κρυβόμουν για να τη δω….»
Κάποια φορά, άφησε την ορχήστρα να παίζει την εισαγωγή της «Ταμπακέρας», μπήκε στα παρασκήνια και έσπασε στο ξύλο μια μπαλαρινούλα που υποψιαζόταν πως τα είχε με τον «Μίμη της».
Τι δεν ξέρουμε για τη Σοφία Βέμπο
Η Ταμπακιέρα που λέει το τραγούδι είναι υπαρκτή. Πληροφορίες κάνουν λόγο ότι της τη χάρισε ο Βασιλιάς Παύλος
Όλα της τα χρήματα πήγαιναν σε φιλανθρωπίες. Έχει δώσει 2.000 χρυσές λίρες στο Πολεμικό Ναυτικό και 8.000 λίρες στο στρατό όταν ήταν στην Αίγυπτο
Ας ερχόσουν για λίγο, γράφτηκε για τη Σοφία Βέμπο από τον Μίμη Τραϊφόρο, αλλά δεν το τραγούδησε ποτέ. Το έγραψε όταν η Βέμπο ήταν στην Αμερική και έμαθε ότι κάποιος πολύ πλούσιος Αμερικανός της έκανε πρόταση γάμου. Το άκουσε η Βέμπο και επέστρεψε αμέσως.
Καμία τραγουδίστρια δεν ταυτίστηκε τόσο με το έπος του ’40 όσο η Σοφία Βέμπο. Ο Τραϊφόρος έλεγε, χαρακτηριστικά, πως την 28η Οκτωβρίου, μαζί με την εθνική γιορτή, ο κόσμος πίστευε πως γιόρταζε και η Σοφία. Της έστελναν δώρα, γράμματα ευχετήριες κάρτες. Η Βέμπο και ο Τραϊφόρος με τα τραγούδια τους, σφράγισαν έναν πόλεμο – και έζησαν έναν έρωτα σαν πόλεμο…
Η πρώτη συνάντηση με τον Τραϊφόρο ήταν επεισοδιακή
Το καλοκαίρι του ΄40, ο ποιητής και στιχουργός Μίμης Τραϊφόρος μεγαλουργεί, ως κομπέρ στην περίφημη «Όασι» του Ζαππείου, ενώ η Βέμπο γνωρίζει την αποθέωση στο θέατρο. Λέγεται πως εκείνη πήγε να τον δει με την παρέα της, κι εκείνος έκανε κάποιο σχόλιο που την πείραξε. Τον Αύγουστο του ‘40, η Σοφία δηλώνει. «Δεν θέλω να τον συναντήσω ποτέ. Ούτε καλλιτεχνικά ούτε και στη ζωή μου».
Με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, όλα τα θέατρα ανεβάζουν «πατριωτικές επιθεωρήσεις» που σκίζουν μες στη ευφορία που δημιουργούν οι νίκες του ελληνικού στρατού στο μέτωπο.
Η συνέντευξη της Σοφίας Βέμπο στον Φφρέντυ Γερμανό και το “Αλάτι και Πιπέρι” το 1976, δυο χρόνια πριν πεθάνει.